Η ΥΠΕΡΣΥΓΧΡΟΝΗ ∆ΙΑΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ
ΠΗΓΗ: http://www.hellinon.net
Ποια κοινότητα ήταν το σχολείο της κλασικής Ελλάδας;». Ο κάθε µορφωµένος άνθρωπος νοµίζει ότι ξέρει: «Η Αθήνα, φυσικά». Αλλά, και προς τιµήν τους, οι αρχαίοι Αθηναίοι δεν ήταν τόσο σίγουροι. Γνώριζαν κάποια άλλη ελληνική πόλη, πολύ µικρότερη, της οποίας η διάνοια επισκίαζε τα αθηναϊκά όνειρα. Ο Περικλής έκανε ό,τι µπορούσε για να εξυψώσει την Αθήνα και να υποβαθµίσει τη Σπάρτη. Ο Θουκυδίδης τον κατέγραψε να ισχυρίζεται, στον Επιτάφιο του το 431/30 π.Χ., ότι η Αθήνα παρείχε της Ελλάδος παίδευσιν. Ήταν σίγουρο ότι ο Περικλής εννοούσε ότι η Αθήνα µε τους φιλοσόφους της και τους περίπλοκα οµιλούντες δηµόσιους άνδρες ήταν το σχολείο της Ελλάδας; Χωρίς αµφιβολία θα είχε ευχαρίστως ισχυριστεί αυτό, αν ήταν η αλήθεια. Αλλά δεν το κάνει.
ΠΗΓΗ: http://www.hellinon.net
Ποια κοινότητα ήταν το σχολείο της κλασικής Ελλάδας;». Ο κάθε µορφωµένος άνθρωπος νοµίζει ότι ξέρει: «Η Αθήνα, φυσικά». Αλλά, και προς τιµήν τους, οι αρχαίοι Αθηναίοι δεν ήταν τόσο σίγουροι. Γνώριζαν κάποια άλλη ελληνική πόλη, πολύ µικρότερη, της οποίας η διάνοια επισκίαζε τα αθηναϊκά όνειρα. Ο Περικλής έκανε ό,τι µπορούσε για να εξυψώσει την Αθήνα και να υποβαθµίσει τη Σπάρτη. Ο Θουκυδίδης τον κατέγραψε να ισχυρίζεται, στον Επιτάφιο του το 431/30 π.Χ., ότι η Αθήνα παρείχε της Ελλάδος παίδευσιν. Ήταν σίγουρο ότι ο Περικλής εννοούσε ότι η Αθήνα µε τους φιλοσόφους της και τους περίπλοκα οµιλούντες δηµόσιους άνδρες ήταν το σχολείο της Ελλάδας; Χωρίς αµφιβολία θα είχε ευχαρίστως ισχυριστεί αυτό, αν ήταν η αλήθεια. Αλλά δεν το κάνει.
Η Αθήνα, σύµφωνα µ' αυτόν, παρείχε όχι το εκπαιδευτικό πρότυπο στην Ελλάδα, αλλά ένα εκπαιδευτικό πρότυπο (όχι την παίδευσιν αλλά απλά παίδευσιν). Ο λόγος της περιοριστικής διατύπωσης του Περικλή είναι ότι η Σπάρτη επίσης χρησίµευε ως πρότυπο, και πιθανά πιο χαρισµατικό. Οι παίδες της Σπάρτης, αντίθετα µε εκείνους της Αθήνας, µορφώνονταν συστηµατικά από την πολιτεία. Ακόµη και ο Αριστοτέλης, που δεν είχε σε ιδιαίτερη εκτίµηση τη Σπάρτη, αργότερα παραδέχτηκε διστακτικά ότι τιµούσε τη Σπάρτη που δεν εµπιστευόταν την εκπαίδευση στη γονική επιλογή, δηλαδή στην τύχη. Οι άλλοι Έλληνες, κατά κάποιο τρόπο, διαισθάνονταν ότι η επιτυχία των αραιοκατοικηµένων, ανοχύρωτων χωριών οφειλόταν οε εκείνη την εκπαίδευση.
Όµως το πώς ακριβώς η εκπαίδευση επέτρεπε στη Σπάρτη να είναι η µοναδική υπερδύναµη της Ελλάδας ήταν για τους σύγχρονους σκεπτικιστές αντικείµενο αµφισβήτησης και µυστηρίου. Ποιες ήταν αυτές, οι άξιες µίµησης, τεχνικές της Σπάρτης; Η Σπάρτη χαιρόταν που έµενε µυστήριο. Οι ικανότητες της θα παρέµεναν κρυφές. ∆εν είχε καµιά επιθυµία να γίνει ο δάσκαλος της Ελλάδας, αν µπορούσε να το αποφύγει. Μαθαίνουµε για ένα Σπαρτιάτη Βασιλιά, τον Αγησίλαο, που επικρίνεται από ένα συµπολίτη του ou πολεµάει πολύ συχνά εναντίον των Θηβών και έτσι «δίδασκε τους Θηβαίους πώς να πολεµούν». Ακόµη και το γεγονός της σπαρτιατικής διάνοιας έπρεπε να µείνει κρυφό. Ο βασιλιάς της Σπάρτης Αρχίδαµος καυχιόταν ότι ο λαός του εκπαιδευόταν να έχει έλλειψη κριτικής αντίληψης. Μέχρι πρόσφατα Ευρωπαίοι µελετητές αποδέχονταν αυτή τη σπαρτιατική προπαγάνδα. Ο Tζορτζ Φόρεστ (George Forrest), καθηγητής Ελληνικής Ιστορίας στην Οξφόρδη στο τέλος του 20ού αιώνα, έγραψε: «Ένας πολύ ευφυής Σπαρτιάτης; Υπήρχε τέτοιο πράγµα; Αν όχι...».
Όµως νέα έρευνα, βασισµένη σε διορατικές αναφορές των αρχαίων Ελλήνων, φέρνει στο φως τώρα τη σπαρτιατική διάνοια. Και τα ευρήµατα µαρτυρούν, κατά αξιοσηµείωτο τρόπο, η Σπάρτη προκατέλαβε τις σύγχρονες µεθόδους. Σε βαθµό µοναδικό στην Ελλάδα, οι Σπαρτιάτες χρησιµοποίησαν την εξειδίκευση. Ο Περικλής το διαισθάνθηκε αυτό. Περιέγραψε µε λαµπρά χρώµατα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που έκαναν την Αθήνα διαφορετική από τη µεγάλη αντίπαλο της. Οι περιγραφές αυτές µπορούν να χρησιµοποιηθούν για να αποκαλύψουν τη µορφή της σκιάς της Σπάρτης.
Εµείς οι Αθηναίοι, περηφανεύθηκε ο Περικλής, είµαστε ασυνήθιστα πολυτάλαντοι. Οι πολίτες µας µπορούν να στρέψουν µε επιτυχία τα χέρια τους σε τόσο πολλά διαφορετικά πράγµατα. Με άλλα λόγια, οι Σπαρτιάτες ήταν περιορισµένοι ή, µε τη δική µας, θετική φρασεολογία, εξειδικευµένοι. Οι Αθηναίοι ήξεραν πώς να αυτοσχεδιάσουν, είπε ο Περικλής, ενώ οι Σπαρτιάτες ήταν κοπιαστικά εκπαιδευµένοι. Μ' άλλα λόγια, οι Σπαρτιάτες ήταν υψηλά εκπαιδευµένοι. Σαν τους σηµερινούς ειδικευµένους σ’ ένα αντικείµενο, οι Σπαρτιάτες µπορεί να ήταν υπερβολικά αδαείς όταν βρίσκονταν έξω από το αντικείµενο τους.
Οι µη Σπαρτιάτες κατεδείκνυαν µε ευθυµία τις συνέπειες. Οι γυναίκες της Σπάρτης, όταν ήρθαν αντιµέτωπες µε µια εχθρική εισβολή το 370 π.Χ., δεν φάνηκαν χρήσιµες, όπως θα έκαναν άλλες Ελληνίδες. Αντίθετα, είπε ο Αριστοτέλης, δηµιούργησαν µεγαλύτερη σύγχυση από τον εχθρό. Αλλά οι γυναίκες της Σπάρτης δεν είχαν εκπαιδευτεί για να βοηθούν στη µάχη. Ήταν αθλητικά εκπαιδευµένες για να είναι δυνατές στην ανατροφή των παιδιών και για να ενθαρρύνουν την πολεµική αρετή. Και σ’ αυτούς τους εξειδικευµένους ρόλους είχαν τη φήµη των καλύτερων γυναικών στην Ελλάδα.
Η σύγχρονη ανάλυση εξειδικευµένων αθλητών εστιάζει στην επιλογή του κατάλληλου χρόνου (timing), δηλαδή σε ποια χρονική στιγµή της κούρσας δίνει ο αθλητής όλες τις δυνάµεις του. Παροµοίως, ισχύει για τους εξειδικευµένους πολιτικούς και τη διαχείριση των µέσων ενηµέρωσης: η επιλογή του σωστού χρόνου είναι το παν -έχουν µάθει να δηµοσιοποιούν τις άσχηµες ειδήσεις όταν το κοινό είναι απορροφηµένο από κάτι άλλο.
Όπως για τους αθλητές του πολέµου και για τους πολιτικούς, η χρήση του «timing» από τη Σπάρτη ήταν πειθαρχηµένη σε βαθµό αξεπέραστο ακόµη και σήµερα. Πρόσφατη ανάλυση έχει εξετάσει το «timing» όλων των περιπτώσεων κατά τον 5ο αιώνα που η Σπάρτη άνοιξε ή σκόπευε ν' ανοίξει έναν επιθετικό πόλεµο κατά της Αθήνας. Το αποτέλεσµα δηµιουργεί µια εντυπωσιακή αντίληψη της σπαρτιατικής στρατηγικής ικανότητας. Όταν η Αθήνα είχε κάποια δυσκολία, για παράδειγµα όταν τα στρατεύµατα έπρεπε να καταπνίξουν µια εξέγερση στην αυτοκρατορία της, η Σπάρτη συστηµατικά εκµεταλλευόταν την ευκαιρία. Το υπόδειγµα που ακολουθεί είναι καθαρό και εντυπωσιακό. Κάθε φορά που η Αθήνα είχε µια αδυναµία κατάλληλη για εκµετάλλευση σε εποχή ειρήνης, η Σπάρτη εκµεταλλευόταν την ευκαιρία και προσπαθούσε ν’ ανοίξει πόλεµο.
Η εχθρότητα της Σπάρτης κατά της Αθήνας µε άλλα λόγια ήταν διαρκής. Αλλά, δεδοµένης εκείνης της εχθρότητας, η αυτοπειθαρχία της Σπάρτης αποδεικνύεται τώρα πέρα για πέρα αξιοσηµείωτη. Οι Σπαρτιάτες ποτέ δεν επιτέθηκαν απλώς επειδή ήταν θυµωµένοι, αλλά ως εκπαιδευµένοι ειδικοί, πάντοτε περίµεναν συστηµατικά την ευκαιρία. Η σπαρτιατική πολιτική είχε µια δική της κοµψότητα.
Στη Σπάρτη φαινοµενικά δεν υπήρχε µέρος για βιβλία. Ακόµη και τα µεγάλα επιχειρήµατα που παραδίδονταν προφορικά απορρίπτονταν λόγω αρχής. Μια οµιλία που έγινε από Σαµιώτες επικρίθηκε περιφρονητικά σύµφωνα µε τον Ηρόδοτο: «Έχουµε ξεχάσει την αρχή της και δεν καταλαβαίνουµε το υπόλοιπο». Αλλά η άγνοια αυτή, που χωρίς αµφιβολία διογκωνόταν από τους Σπαρτιάτες, δεν προερχόταν από ηλιθιότητα. Ήταν, και αυτή, η αντίστροφη πλευρά µιας εξειδίκευσης.
Μέτριοι στα µεγάλα επιχειρήµατα, οι Σπαρτιάτες παραµένουν παγκοσµίως γνωστοί για τα µικρά επιχειρήµατα: λακωνική σοφία. Σήµερα, µε την τηλεόραση να έχει κάνει τον κόσµο µας λιγότερο µορφωµένο και περισσότερο οπτικό, ο σπαρτιατικός τρόπος οµιλίας έχει έρθει στην επικαιρότητα µε ένα καινούργιο όνοµα, «ο ήχος που δαγκώνει». Αλλά παράλληλα µε τα αποφθέγµατα τους, οι Σπαρτιάτες είχαν έναν άλλο τύπο πειθούς, έναν τύπο εµφανώς πιο σύγχρονο: το οπτικό σχήµα λόγου. Ο στρατός της Σπάρτης ήταν σκηνοθετηµένος µε την επιδεξιότητα πολύ ανώτερη του Χόλιγουντ. Η εντυπωσιακή κόµη των στρατιωτών υπήρχε για να τροµοκρατεί, έλεγε ο Ξενοφών.
Ο ευδιάκριτος κόκκινος µανδύας τραβούσε την προσοχή του εχθρού. Το µήνυµα του µανδύα ήταν ένα µήνυµα εκφοβισµού και αυτοπεποίθησης: «Αυτός δεν είναι απλά ο ενωµένος πελοποννησιακός στρατός, είναι ένας στρατός που οδηγείται από τους Σπαρτιάτες. Και οι Σπαρτιάτες δεν κρύβουν τη θέση τους. θέλουν να ξέρεις που ακριβώς είναι». Προχωρώντας προς τη µάχη υπό τον ήχο των αυλών, ο στρατός της Σπάρτης εντυπωσίαζε σαν αστραφτερή µηχανή. Ακόµη και πριν φύγουν για τη µάχη, οι Σπαρτιάτες δηµιουργούσαν ένα οπτικό σκηνικό σχεδιασµένο για να εντυπωσιάζει.
Ο Ξενοφών έγραψε γι’ αυτό το απόλυτο θέαµα: «Από αυτό που µπορούσες να δεις καθώς οι στρατιώτες της Σπάρτης γυµνάζονταν και προετοίµαζαν τις πανοπλίες, αληθινά πίστευες ότι η πόλη είναι ένα πολεµικό εργαστήρι». Αιώνες αργότερα, όταν η Σπάρτη είχε γίνει µια µικρή µονάδα στη Ρωµαϊκή Αυτοκρατορία, τα οπτικά µαθήµατα συνεχίστηκαν. Τουρίστες έρχονταν, για να παρακολουθήσουν τα αγόρια της Σπάρτης να υποφέρουν σιωπηρά, πολλές φορές να πεθαίνουν από το µαστίγωµα στον ιερό χώρο της Ορθίας Αρτέµιδος.
Το πλέον αξιοµνηµόνευτο επιχείρηµα των Σπαρτιατών παρέµενε το δικό τους σώµα, έντεχνα παρουσιαζόµενο. Παράλληλα µε την επιδέξια οπτική προπαγάνδα πήγαινε και µια άλλη πολύ γνωστή σε όλους σύγχρονη τεχνική. Το µεγάλο ψέµα: πιθανά όλες οι κοινωνίες παράγουν ψεύδη. Αλλά οι απάτες της Σπάρτης οργανώνονταν µε ολοκληρωτική διάνοια. Σήµερα µελετώνται από τους λογίους σαν µια µορφή τέχνης. ∆ύο φορές πριν από τη µάχη Σπαρτιάτες αρχηγοί είχαν πάρει ειδήσεις για µια ήττα κάπου αλλού. Αλλά δεν έλεγαν την αλήθεια στους στρατιώτες. Αντίθετα. διέταζαν έναν «αγγελιαφόρο» να έρθει στεφανωµένος, για να φέρει τα νέα για µια «νίκη». Γίνονταν θυσίες για να ευχαριστήσουν τους θεούς. Πίστευαν ότι οι στρατιώτες ενθαρρυµένοι µε ψεύτικα νέα θα πολεµούσαν καλύτερα.
Ο Ξενοφών, ένας θαυµαστής της Σπάρτης, αρεσκόταν να πιστεύει ότι τον καιρό της ειρήνης η Σπάρτη ήταν αυστηρά τίµια στη διπλωµατία της. «Αλλά ένας Σπαρτιάτης βασιλιάς», έγραφε περήφανα ο Ξενοφών, «απ' τη στιγµή που κηρυσσόταν ο πόλεµος, και η εξαπάτηση γινόταν αποδεκτή στη θρησκεία, υπερτερούσε εξ ολοκλήρου του εχθρού του σε δόλο». Παραδοσιακά, η µελέτη της Σπάρτης έχει νοσηρά διαχωριστεί µεταξύ αντιπάλων Ζηλωτών. Οι υποστηρικτές των δικτατοριών του 20ού αιώνα θαύµαζαν τη Σπάρτη για την ήπια κυριαρχία της, τη σύνθλιψη του ακατάλληλου ατόµου.
Οι εραστές της ελευθερίας ένιωθαν φρίκη µε τις µεθόδους της. Καµία πλευρά δεν µπόρεσε να ερευνήσει ήρεµα την ικανότητα της Σπάρτης να πετυχαίνει τους σκοπούς της. Ίσως µόνο τώρα, σε µια καλλιεργηµένη αλλά όλο πιο πολύ οπτική κοινωνία, να µπορέσουµε να κοιτάξουµε πιο βαθιά, µε κατανόηση αλλά όχι πλήρη ενθουσιασμό ή «θαυµασµό», το σκοτεινό πλανήτη που επισκίασε τον αθηναϊκό ήλιο.
ANTON POWELL καθηγητής και πρόεδρος του τµήµατος Κλασικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Ουαλίας (Αγγλία)
Μετάφραση: Χρήστος Σταθάτος
Εµείς οι Αθηναίοι, περηφανεύθηκε ο Περικλής, είµαστε ασυνήθιστα πολυτάλαντοι. Οι πολίτες µας µπορούν να στρέψουν µε επιτυχία τα χέρια τους σε τόσο πολλά διαφορετικά πράγµατα. Με άλλα λόγια, οι Σπαρτιάτες ήταν περιορισµένοι ή, µε τη δική µας, θετική φρασεολογία, εξειδικευµένοι. Οι Αθηναίοι ήξεραν πώς να αυτοσχεδιάσουν, είπε ο Περικλής, ενώ οι Σπαρτιάτες ήταν κοπιαστικά εκπαιδευµένοι. Μ' άλλα λόγια, οι Σπαρτιάτες ήταν υψηλά εκπαιδευµένοι. Σαν τους σηµερινούς ειδικευµένους σ’ ένα αντικείµενο, οι Σπαρτιάτες µπορεί να ήταν υπερβολικά αδαείς όταν βρίσκονταν έξω από το αντικείµενο τους.
Οι µη Σπαρτιάτες κατεδείκνυαν µε ευθυµία τις συνέπειες. Οι γυναίκες της Σπάρτης, όταν ήρθαν αντιµέτωπες µε µια εχθρική εισβολή το 370 π.Χ., δεν φάνηκαν χρήσιµες, όπως θα έκαναν άλλες Ελληνίδες. Αντίθετα, είπε ο Αριστοτέλης, δηµιούργησαν µεγαλύτερη σύγχυση από τον εχθρό. Αλλά οι γυναίκες της Σπάρτης δεν είχαν εκπαιδευτεί για να βοηθούν στη µάχη. Ήταν αθλητικά εκπαιδευµένες για να είναι δυνατές στην ανατροφή των παιδιών και για να ενθαρρύνουν την πολεµική αρετή. Και σ’ αυτούς τους εξειδικευµένους ρόλους είχαν τη φήµη των καλύτερων γυναικών στην Ελλάδα.
Η σύγχρονη ανάλυση εξειδικευµένων αθλητών εστιάζει στην επιλογή του κατάλληλου χρόνου (timing), δηλαδή σε ποια χρονική στιγµή της κούρσας δίνει ο αθλητής όλες τις δυνάµεις του. Παροµοίως, ισχύει για τους εξειδικευµένους πολιτικούς και τη διαχείριση των µέσων ενηµέρωσης: η επιλογή του σωστού χρόνου είναι το παν -έχουν µάθει να δηµοσιοποιούν τις άσχηµες ειδήσεις όταν το κοινό είναι απορροφηµένο από κάτι άλλο.
Όπως για τους αθλητές του πολέµου και για τους πολιτικούς, η χρήση του «timing» από τη Σπάρτη ήταν πειθαρχηµένη σε βαθµό αξεπέραστο ακόµη και σήµερα. Πρόσφατη ανάλυση έχει εξετάσει το «timing» όλων των περιπτώσεων κατά τον 5ο αιώνα που η Σπάρτη άνοιξε ή σκόπευε ν' ανοίξει έναν επιθετικό πόλεµο κατά της Αθήνας. Το αποτέλεσµα δηµιουργεί µια εντυπωσιακή αντίληψη της σπαρτιατικής στρατηγικής ικανότητας. Όταν η Αθήνα είχε κάποια δυσκολία, για παράδειγµα όταν τα στρατεύµατα έπρεπε να καταπνίξουν µια εξέγερση στην αυτοκρατορία της, η Σπάρτη συστηµατικά εκµεταλλευόταν την ευκαιρία. Το υπόδειγµα που ακολουθεί είναι καθαρό και εντυπωσιακό. Κάθε φορά που η Αθήνα είχε µια αδυναµία κατάλληλη για εκµετάλλευση σε εποχή ειρήνης, η Σπάρτη εκµεταλλευόταν την ευκαιρία και προσπαθούσε ν’ ανοίξει πόλεµο.
Η εχθρότητα της Σπάρτης κατά της Αθήνας µε άλλα λόγια ήταν διαρκής. Αλλά, δεδοµένης εκείνης της εχθρότητας, η αυτοπειθαρχία της Σπάρτης αποδεικνύεται τώρα πέρα για πέρα αξιοσηµείωτη. Οι Σπαρτιάτες ποτέ δεν επιτέθηκαν απλώς επειδή ήταν θυµωµένοι, αλλά ως εκπαιδευµένοι ειδικοί, πάντοτε περίµεναν συστηµατικά την ευκαιρία. Η σπαρτιατική πολιτική είχε µια δική της κοµψότητα.
Στη Σπάρτη φαινοµενικά δεν υπήρχε µέρος για βιβλία. Ακόµη και τα µεγάλα επιχειρήµατα που παραδίδονταν προφορικά απορρίπτονταν λόγω αρχής. Μια οµιλία που έγινε από Σαµιώτες επικρίθηκε περιφρονητικά σύµφωνα µε τον Ηρόδοτο: «Έχουµε ξεχάσει την αρχή της και δεν καταλαβαίνουµε το υπόλοιπο». Αλλά η άγνοια αυτή, που χωρίς αµφιβολία διογκωνόταν από τους Σπαρτιάτες, δεν προερχόταν από ηλιθιότητα. Ήταν, και αυτή, η αντίστροφη πλευρά µιας εξειδίκευσης.
Μέτριοι στα µεγάλα επιχειρήµατα, οι Σπαρτιάτες παραµένουν παγκοσµίως γνωστοί για τα µικρά επιχειρήµατα: λακωνική σοφία. Σήµερα, µε την τηλεόραση να έχει κάνει τον κόσµο µας λιγότερο µορφωµένο και περισσότερο οπτικό, ο σπαρτιατικός τρόπος οµιλίας έχει έρθει στην επικαιρότητα µε ένα καινούργιο όνοµα, «ο ήχος που δαγκώνει». Αλλά παράλληλα µε τα αποφθέγµατα τους, οι Σπαρτιάτες είχαν έναν άλλο τύπο πειθούς, έναν τύπο εµφανώς πιο σύγχρονο: το οπτικό σχήµα λόγου. Ο στρατός της Σπάρτης ήταν σκηνοθετηµένος µε την επιδεξιότητα πολύ ανώτερη του Χόλιγουντ. Η εντυπωσιακή κόµη των στρατιωτών υπήρχε για να τροµοκρατεί, έλεγε ο Ξενοφών.
Ο ευδιάκριτος κόκκινος µανδύας τραβούσε την προσοχή του εχθρού. Το µήνυµα του µανδύα ήταν ένα µήνυµα εκφοβισµού και αυτοπεποίθησης: «Αυτός δεν είναι απλά ο ενωµένος πελοποννησιακός στρατός, είναι ένας στρατός που οδηγείται από τους Σπαρτιάτες. Και οι Σπαρτιάτες δεν κρύβουν τη θέση τους. θέλουν να ξέρεις που ακριβώς είναι». Προχωρώντας προς τη µάχη υπό τον ήχο των αυλών, ο στρατός της Σπάρτης εντυπωσίαζε σαν αστραφτερή µηχανή. Ακόµη και πριν φύγουν για τη µάχη, οι Σπαρτιάτες δηµιουργούσαν ένα οπτικό σκηνικό σχεδιασµένο για να εντυπωσιάζει.
Ο Ξενοφών έγραψε γι’ αυτό το απόλυτο θέαµα: «Από αυτό που µπορούσες να δεις καθώς οι στρατιώτες της Σπάρτης γυµνάζονταν και προετοίµαζαν τις πανοπλίες, αληθινά πίστευες ότι η πόλη είναι ένα πολεµικό εργαστήρι». Αιώνες αργότερα, όταν η Σπάρτη είχε γίνει µια µικρή µονάδα στη Ρωµαϊκή Αυτοκρατορία, τα οπτικά µαθήµατα συνεχίστηκαν. Τουρίστες έρχονταν, για να παρακολουθήσουν τα αγόρια της Σπάρτης να υποφέρουν σιωπηρά, πολλές φορές να πεθαίνουν από το µαστίγωµα στον ιερό χώρο της Ορθίας Αρτέµιδος.
Το πλέον αξιοµνηµόνευτο επιχείρηµα των Σπαρτιατών παρέµενε το δικό τους σώµα, έντεχνα παρουσιαζόµενο. Παράλληλα µε την επιδέξια οπτική προπαγάνδα πήγαινε και µια άλλη πολύ γνωστή σε όλους σύγχρονη τεχνική. Το µεγάλο ψέµα: πιθανά όλες οι κοινωνίες παράγουν ψεύδη. Αλλά οι απάτες της Σπάρτης οργανώνονταν µε ολοκληρωτική διάνοια. Σήµερα µελετώνται από τους λογίους σαν µια µορφή τέχνης. ∆ύο φορές πριν από τη µάχη Σπαρτιάτες αρχηγοί είχαν πάρει ειδήσεις για µια ήττα κάπου αλλού. Αλλά δεν έλεγαν την αλήθεια στους στρατιώτες. Αντίθετα. διέταζαν έναν «αγγελιαφόρο» να έρθει στεφανωµένος, για να φέρει τα νέα για µια «νίκη». Γίνονταν θυσίες για να ευχαριστήσουν τους θεούς. Πίστευαν ότι οι στρατιώτες ενθαρρυµένοι µε ψεύτικα νέα θα πολεµούσαν καλύτερα.
Ο Ξενοφών, ένας θαυµαστής της Σπάρτης, αρεσκόταν να πιστεύει ότι τον καιρό της ειρήνης η Σπάρτη ήταν αυστηρά τίµια στη διπλωµατία της. «Αλλά ένας Σπαρτιάτης βασιλιάς», έγραφε περήφανα ο Ξενοφών, «απ' τη στιγµή που κηρυσσόταν ο πόλεµος, και η εξαπάτηση γινόταν αποδεκτή στη θρησκεία, υπερτερούσε εξ ολοκλήρου του εχθρού του σε δόλο». Παραδοσιακά, η µελέτη της Σπάρτης έχει νοσηρά διαχωριστεί µεταξύ αντιπάλων Ζηλωτών. Οι υποστηρικτές των δικτατοριών του 20ού αιώνα θαύµαζαν τη Σπάρτη για την ήπια κυριαρχία της, τη σύνθλιψη του ακατάλληλου ατόµου.
Οι εραστές της ελευθερίας ένιωθαν φρίκη µε τις µεθόδους της. Καµία πλευρά δεν µπόρεσε να ερευνήσει ήρεµα την ικανότητα της Σπάρτης να πετυχαίνει τους σκοπούς της. Ίσως µόνο τώρα, σε µια καλλιεργηµένη αλλά όλο πιο πολύ οπτική κοινωνία, να µπορέσουµε να κοιτάξουµε πιο βαθιά, µε κατανόηση αλλά όχι πλήρη ενθουσιασμό ή «θαυµασµό», το σκοτεινό πλανήτη που επισκίασε τον αθηναϊκό ήλιο.
ANTON POWELL καθηγητής και πρόεδρος του τµήµατος Κλασικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Ουαλίας (Αγγλία)
Μετάφραση: Χρήστος Σταθάτος
ΠΗΓΗ:http://www.hellinon.net/PELOPONISOS/Dianoia.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου