Μυθολογία
Η ομηρική «κοίλη Λακεδάιμων», που απλώνεται κάτω απʼ τον θρυλικό Ταΰγετο, σύμφωνα με τον Παυσανία αποτελούσε τη γη των Λελέγων με πρώτους βασιλιάδες τον Λέλεγα και τον Μύλη, επινοητή του μύλου.Αργότερα, ο θρυλικός βασιλιάς Ευρώτας δημιούργησε κι έδωσε τ’ όνομά του στον ποταμό της κοιλάδας της σημερινής Σπάρτης.Δίας και Ταϋγέτη, αποτέλεσαν τους προγόνους της Λακεδαιμονίας, της Σπάρτης και των Αμυκλών. Ένας από τους σημαντικότερους βασιλιάδες της Λακεδαίμονος ήταν ο Τυνδάρεως, πατέρας των Διόσκουρων και της Ωραίας Ελένης που συνδέεται και με τον κύκλο του Ηρακλή.Ο Ηρακλής και ο Απόλλωνας, σύμβολα αντίστοιχα των Αχαιών και των Δωριέων, προς ένδειξη συμφιλίωσης έδωσαν την ονομασία “Γη θεών” στο σημερινό Γύθειο.Αργότερα ο Απόλλωνας αντάλλαξε την περιοχή με τους Δελφούς και πέρασε το Ταίναρο στον Ποσειδώνα. Οι Διόσκουροι έχτισαν την ομηρική πόλη Λας στον ομώνυμο λόφο απ’ όπου, μετά τον κατακλυσμό, η Πύρρα και ο Δευκαλίωνας έπλασαν ξανά τηνανθρωπότητα. Επί βασιλείας του Μενέλαου, η αρπαγή της Ωραίας Ελένης οδηγεί στον δεκαετή τρωικό πόλεμο που με τη συνδρομή του πολυμήχανου Οδυσσέαέληξε υπέρ των Ελλήνων. Γιος της Ελένης και του Μενελάου, ο βασιλιάς Ορέστης σχετίζονται με το θρύλο των Ηρακλειδών που συνδέονται με την άφιξη των τελευταίων Δωριέων στην Πελοπόννησο. Τελευταίος βασιλιάς της Λακεδαιμονίας, ο Τισαμενός, μετά από προδοσία του Αριστόδημου, έχασε το βασίλειο του από τους Ηρακλείδες. Ύστερα από χρησμό της Πυθίας ο Αριστόδημος μοίρασε το βασίλειο στους δίδυμους γιους τους που αποτέλεσαν τους γενάρχες των δύο ιστορικών Σπαρτιάτικων οίκων.
Αρχαία Σπάρτη
Λακωνία, Λακωνική, ή “κοίλη Λακεδαίμων”, όπως ονομαζόταν από τον Όμηρο, είναι η περιοχή μεταξύ Ταϋγέτου και Πάρνωνα, που διασχίζεται από τον Ευρώτα ποταμό. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Ταΰγετος πήρε το όνομά του από τη νύμφη Ταϋγέτη, μία από τις Ατλαντίδες (κόρες του Άτλαντα) που έβαλε τέλος στη ζωή της όταν ο Δίας την ανάγκασε να συνευρεθεί μαζί του, γεννώντας τον Λακεδαίμονα, μετέπειτα βασιλιά της Λακεδαιμονίας.
Από τα Λακωνικά του Παυσανία μαθαίνουμε πως οι πρώτοι κάτοικοι της Λακωνικής ήταν οι Λέλεγες, πελασγικής καταγωγής, οι οποίοι αργότερα εξελληνίστηκαν. Σύμφωνα με τον Παυσανία ο Λέλεξ ή Λέλεγας ήταν ο πρώτος βασιλιάς της περιοχής, που έδωσε το όνομά του στη χώρα και τους κατοίκους της, ενώ θεωρείται γενάρχης και των κατοίκων της Μεσσηνίας. Τον Λέλεγα Θα διαδεχτεί ο γιος του Μύλης, επινοητής του μύλου, και αυτόν ο ένας εκ των δύο γιων του, ο Ευρώτας. Θέλοντας να δώσει διέξοδο στα λιμνάζοντα νερά γύρω από την πεδιάδα της Λακεδαίμονος ο βασιλιάς Ευρώτας άνοιξε διώρυγα που διοχέτευσε το νερό στη θάλασσα. Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε ποτάμι που διέσχιζε τη Λακωνία και αργότερα πήρε το όνομα του. Σύμφωνα άλλο μύθο, ο Ευρώτας μετά από μια ατιμωτική ήττα από τους Αθηναίους, έπεσε στο ποτάμι και πνίγηκε, και από αυτό το γεγονός πήρε την ονομασία του ο ποταμός. Ο μύθος ερμηνεύει τη θυσία των βασιλιάδων της Σπάρτης στο τέρας των υδάτων του Ευρώτα.
Τον Ευρώτα, διαδέχθηκε ο Λακεδαίμων, γιος της Ταϋγέτης και του Δία, ο οποίος που ονόμασε το βασίλειό του Λακεδαιμονία. Νυμφεύτηκε τη Σπάρτη, κόρη του Ευρώτα, που έδωσε το όνομά της στη σημερινή πρωτεύουσα της Λακωνίας. Με τη Σπάρτη ο Λακεδαίμων απέκτησε ένα γιο, τον Αμύκλα, ιδρυτή των Αμυκλών και πέμπτο μυθικό βασιλιά της Λακεδαίμονος. Αυτός έχτισε την πόλη των Αμυκλών και την έκανε πρωτεύουσα του κράτους του. Ο Αμύκλας παντρεύτηκε την Διομήδη και έκανε μαζί της τρία παιδιά τον Υάκινθο, τον Άργαλο και τον Κυνόρτα, με τους δύο τελευταίους να παίρνουν τη διαδοχή του θρόνου. Στον αρχαίο, προ-δωρικό οικισμό των Αμυκλών, πρώτο οργανωμένο λατρευτικό τόπο στην Ελλάδα, λατρεύονταν ο Υάκινθος, ως προ-ελληνική θεότητα που αργότερα αντικαταστάθηκε από αυτήν του (Αμυκλαίου) Απόλλωνα. Ο ναός που χτίστηκε προς τιμήν του θεού εξέφραζε τη συμφιλίωση της Σπάρτης με τον προ-δωρικό οικισμό των Αμυκλών.
Ο Κυνόρτας, μυθικός ήρωας και γιος του Αμύκλα ήταν ο έβδομος βασιλιάς της Λακεδαιμονίας, και κατά μια εκδοχή είχε γιο και τον Οίβαλο. Γιος του Οιβάλου (ή του Περίηρους) και της Γοργοφόνης, κόρης του Περσέα, ήταν ο Τυνδάρεως ο οποίος διαδέχτηκε τη βασιλεία της Σπάρτης. Ήταν σύζυγος της Λήδας και μαζί της γέννησε πέντε κόρες και δύο γιους. Τα πιο γνωστά τέκνα του ήταν η Ελένη, η Κλυταιμνήστρα και οι Διόσκουροι, Κάστωρ και Πολυδεύκης. Από αυτά, την Ελένη και τους Διόσκουρους είχε συλλάβει η Λήδα με τον Δία. Ο οίκος του Τυνδάρεω εκπροσωπεί τους Λακεδαίμονες, Δωριείς που επικράτησαν και ίδρυσαν εκεί το δυνατό και ακμαίο στρατιωτικό κράτος της Σπάρτης.
Κατά τον Παυσανία, οι Διόσκουροι, όταν επέστρεψαν από την Αργοναυτική εκστρατεία ίδρυσαν στην ακρόπολη της πόλης Λας, στον σημερινό λόφο του Πασσαβά, ιερό της Αθηνάς Ασίας. Στη δωρική, το όνομα Λας σημαίνει λίθος-πέτρα και σύμφωνα με μία παράδοση την πόλη ίδρυσαν άνθρωποι που δημιουργήθηκαν από τους λίθους που έριχναν οΔευκαλίωνκαι ηΠύρραμετά τον κατακλυσμό. Σύμφωνα με το μύθο ο Λας φονεύθηκε από τον Αχιλλέα όταν εκείνος κατέβηκε στη Λακωνική ως μνηστήρας της Ωραίας Ελένης. Αργότερα οι Διόσκουροι καταλαμβάνουν την πόλη του Γυθείου που ιδρύθηκε από τον Δία ως δείγμα συμφιλίωσης μεταξύ του Ηρακλή και του Απόλλωνα που φιλονικούσαν για την κατανομή των περιοχών. Ο μύθος λέει ότι κατά το κτίσιμο της πόλης ο Ηρακλής και ο Απόλλων ήλθαν σε σύγκρουση εξ αιτίας του μαγικού τρίποδα του Μαντείου των Δελφών. Επειδή όμως ο αγώνας δεν αναδείκνυε νικητή, κατόπιν της μεταξύ τους συνδιαλλαγής αντί Ηρακλείας ή Απολλωνίας ονόμασαν τελικά την πόλη “Γη θεών” με συνέπεια σ΄ αυτήν να τιμώνται και οι δύο. Ο μύθος ερμηνεύει τη συνεύρεση του αχαϊκού και δωρικού πνεύματος, από την εξ ανάγκης αποδοχή και κοινή συγκατοίκηση των Αχαιών με τους Δωριείς μετά την κάθοδο των τελευταίων στην Πελοπόννησο.
Μεταγενέστερα ο Απόλλωνας αντάλλαξε την περιοχή με τους Δελφούς, και πέρασε τοΤαίναρο στον Ποσειδώνα όπου προς τιμήν του χτίσθηκε ιερό. Κατά τη μυθολογία, εδώ τοποθετούνταν μια από τις πύλες του Άδη απ’ όπου πέρασε ο Ηρακλής προκειμένου να αντιμετωπίσει τον Κέρβερο. Στο Γύθειο έχουν εκτυλιχθεί πολλά μυθολογικά γεγονότα αναφερόμενα στο υγρό στοιχείο. Εκεί τιμούσαν τον Νηρέα, πατέρα των Νηρηίδων και θεότητα του πελάγους καθώς και τον Ποσειδώνα. Στην ακρόπολη της Λάς, υπήρξε επίσης ιερό της Αθηνάς Σωτείρας, αλλά και του Ποσειδώνα, που ίδρυσε ο Οδυσσέας, όταν επέστρεψε από την Τροία.
Ο Τυνδάρεως συνδέεται επίσης με τον κύκλο του Ηρακλή. Σύμφωνα με αυτόν, τόσο αυτός όσο και ο αδερφός του Ικάριος εκδιώχθηκαν από τον Ιπποκόωντα, νόθο γιο του Οιβάλου και ετεροθαλή αδελφό τους. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Ιπποκόων, μεγαλύτερος στην ηλικία από τα αδέλφια του, μόλις απεβίωσε ο πατέρας τους, τα έδιωξε από τη Σπάρτη και πήρε την εξουσία με τη βοήθεια των 12 γιων του, τους Ιπποκοωντίδες. Τυνδάρεως και Ικάριος κατέφυγαν στην Πλευρώνα, στο ανάκτορο του Θεστίου, όπου παρέμειναν και τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τους γείτονες εχθρούς του. Άνθρωποι αδίστακτοι, ο Ιπποκόων και οι γιοι του, μετά από χρόνια, κίνησαν την οργή του Ηρακλή που εισέβαλε στη Λακεδαίμονα για να τους σκοτώσει, όμως τραυματίσθηκε και υποχρεώθηκε να επιστρέψει στη βάση του. Αργότερα, ο Ηρακλής συμμάχησε με τον Κηφέα και τους γιούς του, και επέστρεψε στη Λακωνία όπου μετά από μάχη σκότωσε Ιπποκόωντα και τα παιδιά του, αποκαθιστώντας στον θρόνο τον Τυνδάρεω. Σύμφωνα μάλιστα με τον Παυσανία, στη Σπάρτη υπήρχε ιερό του Ηρακλή με άγαλμα που παρίστανε τον ήρωα να κρατά όπλα, συμβολισμός του αγώνα του εναντίον του Ιπποκόωντα και υπέρ του Τυνδάρεω. Σε αυτή τη μάχη ο Ηρακλής έχασε τον αδελφό του, τον Ιφικλή.
Σύμφωνα με τον Ησίοδο, όταν κάποτε ο Τυνδάρεως θυσίασε στους θεούς παρέλειψε την Αφροδίτη, γι’ αυτό και εκείνη έκανε τις θυγατέρες του άπιστες και επιπόλαιες. Η Ελένη, ομορφότερη γυναίκα της αρχαιότητας, γινόταν «βραβείο» για διάφορους μυθικούς εραστές. Έτσι ο πατέρας της αποφάσισε να την παντρέψει. Από τους μνηστήρες, εκείνη διάλεξε τον Μενέλαο στον οποίο περιήλθε το βασίλειο της Σπάρτης. Αυτός, σύμφωνα με τον Όμηρο ήταν γιος του Ατρέως και της Αερόπης, εγγονός του Πέλοπα και της Ιπποδάμειας. Σύμφωνα με άλλη, μεταγενέστερη, εκδοχή, ο Μενέλαος και ο Αγαμέμνονας ήταν γιοί του Πλεισθένους και εγγονοί του Ατρέα, τους ανάθρεψε όμως ο παππούς τους. Σε κάποια περίσταση διώχθηκαν από τις Μυκήνες και κατέφυγαν στη Σπάρτη, την εποχή που βασιλιάς ήταν ο Τυνδάρεως.
Μετά λοιπόν και τον θάνατο των Διοσκούρων, ο Τυνδάρεως έδωσε το βασίλειό του στον Μενέλαο και την Ελένη. Ακολούθησε η αρπαγή της Ωραίας Ελένης από τον Πάρι και η εκστρατεία των Ελλήνων στην Τροία που οδήγησε στον δεκαετή Τρωικό Πόλεμο. Ο ίδιος ο Μενέλαος πήρε μέρος στην εκστρατεία με εξήντα πλοία, αλλά λόγω του ήπιου χαρακτήρα του δεν έγινε αρχηγός της, οπότε η αρχηγία πέρασε στον βίαιο αδελφό του, Αγαμέμνονα. Με το έξυπνο σχέδιο του Οδυσσέα οι Αχαιοί και οι σύμμαχοί τους επικράτησαν, και μετά τον πόλεμο ο Μενέλαος, που ήταν ένας από εκείνους που κρύφθηκαν μέσα στον Δούρειο Ίππο, επέστρεψε με την Ελένη στη Σπάρτη όπου έκαναν πολλά παιδιά και έζησαν μαζί ως τα βαθιά τους γεράματα.
Την κόρη του Μενέλαου και της Ελένης, Ερμιόνη, νυμφεύθηκε ο Ορέστης που διαδέχτηκε το βασιλιά Μενέλαο. Με το γάμο αυτό, τα βασίλεια του Άργους και της Σπάρτης ενώθηκαν, εποχή που προσδιορίζεται γύρω στο 1200 π.Χ. Ο Ορέστης, γιος του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας και αδερφός της Ηλέκτρας και της Ιφιγένειας, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία ήταν βασιλιάς του Άργους, των Μυκηνών και της Λακεδαίμονας. Σκοτώθηκε στην τελική μάχη με τους Ηρακλείδες, απόγονους του Ηρακλή και της Δηιάνειρας, με την κάθοδο των οποίων στην Πελοπόννησο σχετίζεται η άφιξη των τελευταίων Δωριέων στην Ελλάδα. Στη συνέχεια, οι Ηρακλείδες μοιράσθηκαν μεταξύ τους τις διάφορες περιοχές-βασίλεια της Πελοποννήσου. Γιος του Ορέστη ήταν ο Τισαμενός ο οποίος και τον διαδέχτηκε. Τελευταίος μυθικός βασιλιάς της Λακεδαιμονίας και του Άργους, ο Τισαμενός, έχασε το βασίλειο της Σπάρτης αμαχητί μετά από προδοσία του Αριστόδημου. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, κατά τη βασιλεία του Τισαμενού, οι Ηρακλείδες επανήλθαν στην Πελοπόννησο και ο Αριστόδημος τους οδήγησε στη Σπάρτη. Ο Τισαμενός αποσύρθηκε αρχικά στις Αμύκλες ενώ αργότερα εκδιώχτηκε εντελώς από το βασίλειο του. Απόγονος του Ηρακλή και εγγονός του Ύλλου, ο Αριστόδημος κατατάσσεται χρονικά στον 12ο αι. π.Χ., ενώ ο θάνατός του χρονολογείται το 1104 π.Χ. Ύστερα από χρησμό της Πυθίας μοίρασε την Λακωνία στους δυο δίδυμους γιους Ευρυσθένη και Προκλή, οι οποίοι μοιράστηκαν τη βασιλεία. Ο Ευρυσθένης πήρε την περιοχή των Λιμνών και ο Προκλής την Πιτάνη, που αργότερα αποτέλεσαν δύο από τις πέντε κόμες του Σπαρτιάτικου βασιλείου.Ευρυσθένης και Προκλής, αποτέλεσαν τους γενάρχες των δύο βασιλικών οίκων της Σπάρτης, των Αγιαδών και των Ευρυποντιδών αντίστοιχα.
Σε όλους αυτούς τους αλληγορικούς μύθους θα πρέπει ν΄ αναζητηθούν οι μετακινήσεις των προ-ελλήνων Αχαιών στη Λακωνία, καθώς και η μετέπειτα υποταγή τους στους Δωριείς, όπου μετά την κάθοδό τους επήλθε και το οριστικό τέλος του Μυκηναϊκού πολιτισμού.
ΑΡΧΑΙΑ ΛΑΚΩΝΙΑ
Η ομηρική «κοίλη Λακεδάιμων», που απλώνεται κάτω απʼ τον θρυλικό Ταΰγετο, σύμφωνα με τον Παυσανία αποτελούσε τη γη των Λελέγων με πρώτους βασιλιάδες τον Λέλεγα και τον Μύλη, επινοητή του μύλου.Αργότερα, ο θρυλικός βασιλιάς Ευρώτας δημιούργησε κι έδωσε τ’ όνομά του στον ποταμό της κοιλάδας της σημερινής Σπάρτης.Δίας και Ταϋγέτη, αποτέλεσαν τους προγόνους της Λακεδαιμονίας, της Σπάρτης και των Αμυκλών. Ένας από τους σημαντικότερους βασιλιάδες της Λακεδαίμονος ήταν ο Τυνδάρεως, πατέρας των Διόσκουρων και της Ωραίας Ελένης που συνδέεται και με τον κύκλο του Ηρακλή.Ο Ηρακλής και ο Απόλλωνας, σύμβολα αντίστοιχα των Αχαιών και των Δωριέων, προς ένδειξη συμφιλίωσης έδωσαν την ονομασία “Γη θεών” στο σημερινό Γύθειο.Αργότερα ο Απόλλωνας αντάλλαξε την περιοχή με τους Δελφούς και πέρασε το Ταίναρο στον Ποσειδώνα. Οι Διόσκουροι έχτισαν την ομηρική πόλη Λας στον ομώνυμο λόφο απ’ όπου, μετά τον κατακλυσμό, η Πύρρα και ο Δευκαλίωνας έπλασαν ξανά τηνανθρωπότητα. Επί βασιλείας του Μενέλαου, η αρπαγή της Ωραίας Ελένης οδηγεί στον δεκαετή τρωικό πόλεμο που με τη συνδρομή του πολυμήχανου Οδυσσέαέληξε υπέρ των Ελλήνων. Γιος της Ελένης και του Μενελάου, ο βασιλιάς Ορέστης σχετίζονται με το θρύλο των Ηρακλειδών που συνδέονται με την άφιξη των τελευταίων Δωριέων στην Πελοπόννησο. Τελευταίος βασιλιάς της Λακεδαιμονίας, ο Τισαμενός, μετά από προδοσία του Αριστόδημου, έχασε το βασίλειο του από τους Ηρακλείδες. Ύστερα από χρησμό της Πυθίας ο Αριστόδημος μοίρασε το βασίλειο στους δίδυμους γιους τους που αποτέλεσαν τους γενάρχες των δύο ιστορικών Σπαρτιάτικων οίκων.
Αρχαία Σπάρτη
Λακωνία, Λακωνική, ή “κοίλη Λακεδαίμων”, όπως ονομαζόταν από τον Όμηρο, είναι η περιοχή μεταξύ Ταϋγέτου και Πάρνωνα, που διασχίζεται από τον Ευρώτα ποταμό. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Ταΰγετος πήρε το όνομά του από τη νύμφη Ταϋγέτη, μία από τις Ατλαντίδες (κόρες του Άτλαντα) που έβαλε τέλος στη ζωή της όταν ο Δίας την ανάγκασε να συνευρεθεί μαζί του, γεννώντας τον Λακεδαίμονα, μετέπειτα βασιλιά της Λακεδαιμονίας.
Από τα Λακωνικά του Παυσανία μαθαίνουμε πως οι πρώτοι κάτοικοι της Λακωνικής ήταν οι Λέλεγες, πελασγικής καταγωγής, οι οποίοι αργότερα εξελληνίστηκαν. Σύμφωνα με τον Παυσανία ο Λέλεξ ή Λέλεγας ήταν ο πρώτος βασιλιάς της περιοχής, που έδωσε το όνομά του στη χώρα και τους κατοίκους της, ενώ θεωρείται γενάρχης και των κατοίκων της Μεσσηνίας. Τον Λέλεγα Θα διαδεχτεί ο γιος του Μύλης, επινοητής του μύλου, και αυτόν ο ένας εκ των δύο γιων του, ο Ευρώτας. Θέλοντας να δώσει διέξοδο στα λιμνάζοντα νερά γύρω από την πεδιάδα της Λακεδαίμονος ο βασιλιάς Ευρώτας άνοιξε διώρυγα που διοχέτευσε το νερό στη θάλασσα. Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε ποτάμι που διέσχιζε τη Λακωνία και αργότερα πήρε το όνομα του. Σύμφωνα άλλο μύθο, ο Ευρώτας μετά από μια ατιμωτική ήττα από τους Αθηναίους, έπεσε στο ποτάμι και πνίγηκε, και από αυτό το γεγονός πήρε την ονομασία του ο ποταμός. Ο μύθος ερμηνεύει τη θυσία των βασιλιάδων της Σπάρτης στο τέρας των υδάτων του Ευρώτα.
Τον Ευρώτα, διαδέχθηκε ο Λακεδαίμων, γιος της Ταϋγέτης και του Δία, ο οποίος που ονόμασε το βασίλειό του Λακεδαιμονία. Νυμφεύτηκε τη Σπάρτη, κόρη του Ευρώτα, που έδωσε το όνομά της στη σημερινή πρωτεύουσα της Λακωνίας. Με τη Σπάρτη ο Λακεδαίμων απέκτησε ένα γιο, τον Αμύκλα, ιδρυτή των Αμυκλών και πέμπτο μυθικό βασιλιά της Λακεδαίμονος. Αυτός έχτισε την πόλη των Αμυκλών και την έκανε πρωτεύουσα του κράτους του. Ο Αμύκλας παντρεύτηκε την Διομήδη και έκανε μαζί της τρία παιδιά τον Υάκινθο, τον Άργαλο και τον Κυνόρτα, με τους δύο τελευταίους να παίρνουν τη διαδοχή του θρόνου. Στον αρχαίο, προ-δωρικό οικισμό των Αμυκλών, πρώτο οργανωμένο λατρευτικό τόπο στην Ελλάδα, λατρεύονταν ο Υάκινθος, ως προ-ελληνική θεότητα που αργότερα αντικαταστάθηκε από αυτήν του (Αμυκλαίου) Απόλλωνα. Ο ναός που χτίστηκε προς τιμήν του θεού εξέφραζε τη συμφιλίωση της Σπάρτης με τον προ-δωρικό οικισμό των Αμυκλών.
Ο Κυνόρτας, μυθικός ήρωας και γιος του Αμύκλα ήταν ο έβδομος βασιλιάς της Λακεδαιμονίας, και κατά μια εκδοχή είχε γιο και τον Οίβαλο. Γιος του Οιβάλου (ή του Περίηρους) και της Γοργοφόνης, κόρης του Περσέα, ήταν ο Τυνδάρεως ο οποίος διαδέχτηκε τη βασιλεία της Σπάρτης. Ήταν σύζυγος της Λήδας και μαζί της γέννησε πέντε κόρες και δύο γιους. Τα πιο γνωστά τέκνα του ήταν η Ελένη, η Κλυταιμνήστρα και οι Διόσκουροι, Κάστωρ και Πολυδεύκης. Από αυτά, την Ελένη και τους Διόσκουρους είχε συλλάβει η Λήδα με τον Δία. Ο οίκος του Τυνδάρεω εκπροσωπεί τους Λακεδαίμονες, Δωριείς που επικράτησαν και ίδρυσαν εκεί το δυνατό και ακμαίο στρατιωτικό κράτος της Σπάρτης.
Κατά τον Παυσανία, οι Διόσκουροι, όταν επέστρεψαν από την Αργοναυτική εκστρατεία ίδρυσαν στην ακρόπολη της πόλης Λας, στον σημερινό λόφο του Πασσαβά, ιερό της Αθηνάς Ασίας. Στη δωρική, το όνομα Λας σημαίνει λίθος-πέτρα και σύμφωνα με μία παράδοση την πόλη ίδρυσαν άνθρωποι που δημιουργήθηκαν από τους λίθους που έριχναν οΔευκαλίωνκαι ηΠύρραμετά τον κατακλυσμό. Σύμφωνα με το μύθο ο Λας φονεύθηκε από τον Αχιλλέα όταν εκείνος κατέβηκε στη Λακωνική ως μνηστήρας της Ωραίας Ελένης. Αργότερα οι Διόσκουροι καταλαμβάνουν την πόλη του Γυθείου που ιδρύθηκε από τον Δία ως δείγμα συμφιλίωσης μεταξύ του Ηρακλή και του Απόλλωνα που φιλονικούσαν για την κατανομή των περιοχών. Ο μύθος λέει ότι κατά το κτίσιμο της πόλης ο Ηρακλής και ο Απόλλων ήλθαν σε σύγκρουση εξ αιτίας του μαγικού τρίποδα του Μαντείου των Δελφών. Επειδή όμως ο αγώνας δεν αναδείκνυε νικητή, κατόπιν της μεταξύ τους συνδιαλλαγής αντί Ηρακλείας ή Απολλωνίας ονόμασαν τελικά την πόλη “Γη θεών” με συνέπεια σ΄ αυτήν να τιμώνται και οι δύο. Ο μύθος ερμηνεύει τη συνεύρεση του αχαϊκού και δωρικού πνεύματος, από την εξ ανάγκης αποδοχή και κοινή συγκατοίκηση των Αχαιών με τους Δωριείς μετά την κάθοδο των τελευταίων στην Πελοπόννησο.
Μεταγενέστερα ο Απόλλωνας αντάλλαξε την περιοχή με τους Δελφούς, και πέρασε τοΤαίναρο στον Ποσειδώνα όπου προς τιμήν του χτίσθηκε ιερό. Κατά τη μυθολογία, εδώ τοποθετούνταν μια από τις πύλες του Άδη απ’ όπου πέρασε ο Ηρακλής προκειμένου να αντιμετωπίσει τον Κέρβερο. Στο Γύθειο έχουν εκτυλιχθεί πολλά μυθολογικά γεγονότα αναφερόμενα στο υγρό στοιχείο. Εκεί τιμούσαν τον Νηρέα, πατέρα των Νηρηίδων και θεότητα του πελάγους καθώς και τον Ποσειδώνα. Στην ακρόπολη της Λάς, υπήρξε επίσης ιερό της Αθηνάς Σωτείρας, αλλά και του Ποσειδώνα, που ίδρυσε ο Οδυσσέας, όταν επέστρεψε από την Τροία.
Ο Τυνδάρεως συνδέεται επίσης με τον κύκλο του Ηρακλή. Σύμφωνα με αυτόν, τόσο αυτός όσο και ο αδερφός του Ικάριος εκδιώχθηκαν από τον Ιπποκόωντα, νόθο γιο του Οιβάλου και ετεροθαλή αδελφό τους. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Ιπποκόων, μεγαλύτερος στην ηλικία από τα αδέλφια του, μόλις απεβίωσε ο πατέρας τους, τα έδιωξε από τη Σπάρτη και πήρε την εξουσία με τη βοήθεια των 12 γιων του, τους Ιπποκοωντίδες. Τυνδάρεως και Ικάριος κατέφυγαν στην Πλευρώνα, στο ανάκτορο του Θεστίου, όπου παρέμειναν και τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τους γείτονες εχθρούς του. Άνθρωποι αδίστακτοι, ο Ιπποκόων και οι γιοι του, μετά από χρόνια, κίνησαν την οργή του Ηρακλή που εισέβαλε στη Λακεδαίμονα για να τους σκοτώσει, όμως τραυματίσθηκε και υποχρεώθηκε να επιστρέψει στη βάση του. Αργότερα, ο Ηρακλής συμμάχησε με τον Κηφέα και τους γιούς του, και επέστρεψε στη Λακωνία όπου μετά από μάχη σκότωσε Ιπποκόωντα και τα παιδιά του, αποκαθιστώντας στον θρόνο τον Τυνδάρεω. Σύμφωνα μάλιστα με τον Παυσανία, στη Σπάρτη υπήρχε ιερό του Ηρακλή με άγαλμα που παρίστανε τον ήρωα να κρατά όπλα, συμβολισμός του αγώνα του εναντίον του Ιπποκόωντα και υπέρ του Τυνδάρεω. Σε αυτή τη μάχη ο Ηρακλής έχασε τον αδελφό του, τον Ιφικλή.
Σύμφωνα με τον Ησίοδο, όταν κάποτε ο Τυνδάρεως θυσίασε στους θεούς παρέλειψε την Αφροδίτη, γι’ αυτό και εκείνη έκανε τις θυγατέρες του άπιστες και επιπόλαιες. Η Ελένη, ομορφότερη γυναίκα της αρχαιότητας, γινόταν «βραβείο» για διάφορους μυθικούς εραστές. Έτσι ο πατέρας της αποφάσισε να την παντρέψει. Από τους μνηστήρες, εκείνη διάλεξε τον Μενέλαο στον οποίο περιήλθε το βασίλειο της Σπάρτης. Αυτός, σύμφωνα με τον Όμηρο ήταν γιος του Ατρέως και της Αερόπης, εγγονός του Πέλοπα και της Ιπποδάμειας. Σύμφωνα με άλλη, μεταγενέστερη, εκδοχή, ο Μενέλαος και ο Αγαμέμνονας ήταν γιοί του Πλεισθένους και εγγονοί του Ατρέα, τους ανάθρεψε όμως ο παππούς τους. Σε κάποια περίσταση διώχθηκαν από τις Μυκήνες και κατέφυγαν στη Σπάρτη, την εποχή που βασιλιάς ήταν ο Τυνδάρεως.
Μετά λοιπόν και τον θάνατο των Διοσκούρων, ο Τυνδάρεως έδωσε το βασίλειό του στον Μενέλαο και την Ελένη. Ακολούθησε η αρπαγή της Ωραίας Ελένης από τον Πάρι και η εκστρατεία των Ελλήνων στην Τροία που οδήγησε στον δεκαετή Τρωικό Πόλεμο. Ο ίδιος ο Μενέλαος πήρε μέρος στην εκστρατεία με εξήντα πλοία, αλλά λόγω του ήπιου χαρακτήρα του δεν έγινε αρχηγός της, οπότε η αρχηγία πέρασε στον βίαιο αδελφό του, Αγαμέμνονα. Με το έξυπνο σχέδιο του Οδυσσέα οι Αχαιοί και οι σύμμαχοί τους επικράτησαν, και μετά τον πόλεμο ο Μενέλαος, που ήταν ένας από εκείνους που κρύφθηκαν μέσα στον Δούρειο Ίππο, επέστρεψε με την Ελένη στη Σπάρτη όπου έκαναν πολλά παιδιά και έζησαν μαζί ως τα βαθιά τους γεράματα.
Την κόρη του Μενέλαου και της Ελένης, Ερμιόνη, νυμφεύθηκε ο Ορέστης που διαδέχτηκε το βασιλιά Μενέλαο. Με το γάμο αυτό, τα βασίλεια του Άργους και της Σπάρτης ενώθηκαν, εποχή που προσδιορίζεται γύρω στο 1200 π.Χ. Ο Ορέστης, γιος του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας και αδερφός της Ηλέκτρας και της Ιφιγένειας, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία ήταν βασιλιάς του Άργους, των Μυκηνών και της Λακεδαίμονας. Σκοτώθηκε στην τελική μάχη με τους Ηρακλείδες, απόγονους του Ηρακλή και της Δηιάνειρας, με την κάθοδο των οποίων στην Πελοπόννησο σχετίζεται η άφιξη των τελευταίων Δωριέων στην Ελλάδα. Στη συνέχεια, οι Ηρακλείδες μοιράσθηκαν μεταξύ τους τις διάφορες περιοχές-βασίλεια της Πελοποννήσου. Γιος του Ορέστη ήταν ο Τισαμενός ο οποίος και τον διαδέχτηκε. Τελευταίος μυθικός βασιλιάς της Λακεδαιμονίας και του Άργους, ο Τισαμενός, έχασε το βασίλειο της Σπάρτης αμαχητί μετά από προδοσία του Αριστόδημου. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, κατά τη βασιλεία του Τισαμενού, οι Ηρακλείδες επανήλθαν στην Πελοπόννησο και ο Αριστόδημος τους οδήγησε στη Σπάρτη. Ο Τισαμενός αποσύρθηκε αρχικά στις Αμύκλες ενώ αργότερα εκδιώχτηκε εντελώς από το βασίλειο του. Απόγονος του Ηρακλή και εγγονός του Ύλλου, ο Αριστόδημος κατατάσσεται χρονικά στον 12ο αι. π.Χ., ενώ ο θάνατός του χρονολογείται το 1104 π.Χ. Ύστερα από χρησμό της Πυθίας μοίρασε την Λακωνία στους δυο δίδυμους γιους Ευρυσθένη και Προκλή, οι οποίοι μοιράστηκαν τη βασιλεία. Ο Ευρυσθένης πήρε την περιοχή των Λιμνών και ο Προκλής την Πιτάνη, που αργότερα αποτέλεσαν δύο από τις πέντε κόμες του Σπαρτιάτικου βασιλείου.Ευρυσθένης και Προκλής, αποτέλεσαν τους γενάρχες των δύο βασιλικών οίκων της Σπάρτης, των Αγιαδών και των Ευρυποντιδών αντίστοιχα.
Σε όλους αυτούς τους αλληγορικούς μύθους θα πρέπει ν΄ αναζητηθούν οι μετακινήσεις των προ-ελλήνων Αχαιών στη Λακωνία, καθώς και η μετέπειτα υποταγή τους στους Δωριείς, όπου μετά την κάθοδό τους επήλθε και το οριστικό τέλος του Μυκηναϊκού πολιτισμού.
Πηγή:http://www.mythicalpeloponnese.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου